![]() |
Λευκάδα.Αποψη της Χώρας από τα ιβάρια, όπως ήταν παλιά |
Γεννήθηκα στην Αθήνα. Μεγάλωσα στην Αθήνα. Σε πολυκατοικία, σε πυκνοκατοικημένη περιοχή, με τα τσιμέντα της και τα όλα της.
![]() |
Αποψη της Γύρας. |
![]() |
Στενό της Χώρας |
Βεβαίως, εγώ και η αδελφή μου αρχίζαμε τις διακοπές μόλις τελείωναν τα σχολεία. Πηγαίναμε στο εξοχικό που είχαν σκαρώσει γρήγορα οι γονείς μου, κοντά στην Αθήνα, σε ένα άγνωστο τότε μέρος. Ρεύμα δεν υπήρχε, φωτιζόμασταν με λουξ και λάμπες πετρελαίου, μαγειρεύαμε με υγραέριο και τα ψητά τα στέλναμε στο μοναδικό φούρνο, τα χωράφια με τα στάρια τα θέριζαν τον Ιούνη κι απέμεναν τα υπόλοιπα να μας αγκαθώνουν τα πόδια μέχρι να πατηθούν.
Το κριτήριο για ν' αγοραστεί το οικόπεδο τότε ήταν μέχρι πού έφτανε ο παγοπώλης, αναγκαίος ο πάγος του για τη θερινή επιβίωση μιας γιαγιάς με τα δυο της εγγόνια.
Οι γονείς μου έρχονταν τα σαββατοκύριακα. Τους περίμενα με αδημονία, να μου φέρουν τον αθηναϊκό αέρα που μου έλειπε τόσον καιρό μακριά. Αλλά τον Αύγουστο, ξεκίναγε η Λευκάδα. Μπορεί να περνούσαμε κι από την Πρέβεζα, καμιά βόλτα από τα Γιάννενα ή την Πάργα αλλά το βασικό κομμάτι ήταν η Λευκάδα.
Ο πατέρας μου κι ο θείος μου έπιαναν χταπόδια και το βράδυ τα έψηναν στη θράκα και οι μυρωδιές τραβούσαν τουρίστες που έκαναν κάμπινγκ στα γύρω.
Καμιά φορά πηγαίναμε βόλτα με το πριάρι του θείου ή με το κανό που κουβαλούσαμε τόσα χιλιόμετρα για να το χαρούμε εκεί, στο Ιόνιο. Τα βράδια ο θείος ανοιγόταν με το πριάρι και έριχνε την κοφίνα. Τη μάζευε το πρωί γεμάτη με ροφούς και άλλα εκλεκτά ψάρια.
Άλλες φορές πηγαίναμε στο πανηγύρι στο Νυδρί, ποδαράτο ή με το αυτοκίνητο να χαζέψουμε. Εκεί ανακάλυψε ένας Αυστριακός που είχε πιάσει φιλίες με τους γονείς μου, τον Σπύριντον, έναν τύπο σε ένα καφενείο στο λιμάνι, όπου σερβίριζε νόστιμο παγωτό μαζί με φράουλα σταφύλι γλυκό του κουταλιού. Η μητέρα μου απ' την άλλη είχε ανακαλύψει τα τυροκούλουρα της κας Σταματίνας (ή κάπως έτσι ήταν τ' όνομα της), σε ένα παράδρομο του κεντρικού δρόμου.
Βολτάροντας στο Περιγιάλι, έξω από τα ενοικιαζόμενα και τα κάμπινγκ, πρωτάκουσα θυμάμαι τους Dire Straits να τραγουδούν το Sultans of Swing και μου άρεσε τόσο ώστε μου έμεινε το τραγούδι και το έψαξα όταν γύρισα στην Αθήνα.
Όταν ερχόταν η ώρα, κατεβαίναμε στη Χώρα να δούμε τις Γιορτές Λόγου και Τέχνης, να φάμε γλυκό απ' του μπάρμπα-Αντρέα, να επισκεφθούμε το μπάρμπα-Γιάννη και τη θειά Κούλα.
Πολύ δεν ήθελα να καταλάβω ότι η Αθήνα ήταν μια απρόσωπη και τυχαία πατρίδα, όπου οι περισσότεροι από κάπου αλλού μαζευόμασταν.
Ατένιζα με συγκίνηση τη Γύρα από τη Φανερωμένη, κοίταζα με ενδιαφέρον - για την εφηβική μου ηλικία- τις αγιογραφίες του Προσαλέντη, έβλεπα το μεγαλείο στην ποίηση του Βαλαωρίτη , εξυμνούσα τη ζωή του Σικελιανού και κατάλαβα ότι ήμουν λευκαδίτισσα, ότι αυτή η επτανήσια νοοτροπία, πες την τρέλα, μου πήγαινε, ήταν μέσα μου. Επιτέλους είχα μια πατρίδα δική μου, διαφορετική από εκείνη των φίλων μου της εφηβικής παρέας, διαφορετική από εκείνη των γειτόνων, των συμμαθητών. Ένοιωσα ότι είχα πλέον μία ταυτότητα. Την οποία, βεβαίως, έπρεπε να υπηρετήσω.
Κατ' αρχάς, έπρεπε να ξεκαθαρίσει η σύγχυση που επικρατούσε στην εν Αθήναις οικογένεια σχετικά με την καταγωγή μας. Διότι ο πατέρας μου και η αδελφή του, μεγαλωμένοι στην Πρέβεζα, διέδιδαν ότι ήταν από εκεί και όχι από τη Λευκάδα. Και η άλλη μισή εν Αθήναις οικογένεια (του αδελφού του παππού μου ), έλεγαν ότι είναι από τη Λευκάδα. Όχι, η σύγχυση έπρεπε να ξεκαθαρίσει,. Μέχρι σήμερα είμαι ταγός στην προσπάθεια αυτή. Η Λευκάδα είναι η πατρίδα της οικογένειας μας, από εκεί ερχόμαστε, το αίμα μας είναι λευκαδίτικο, η σκέψη μας και το ταμπεραμέντο μας είναι σαφώς επτανήσια. Τι αν δεν πέρασα παιδικά χρόνια στη Λευκάδα, τα παιδικά και εφηβικά μου καλοκαίρια είναι γεμάτα από τις αναμνήσεις της και γεμίζουν την ψυχή μου.
Καλό σαββατοκύριακο.
Στα κρυστάλλινα νερά στο Περιγιάλι, αλλού γαλάζια, αλλού σμαραγδί κι αλλού πράσινα, κολυμπούσα ακούγοντας ιστορίες για τα νησιά του Ωνάση απέναντι, ιστορίες από τα χωριά, ιστορίες της οικογένειας.
![]() |
Το νησί από ψηλά |
Καμιά φορά πηγαίναμε βόλτα με το πριάρι του θείου ή με το κανό που κουβαλούσαμε τόσα χιλιόμετρα για να το χαρούμε εκεί, στο Ιόνιο. Τα βράδια ο θείος ανοιγόταν με το πριάρι και έριχνε την κοφίνα. Τη μάζευε το πρωί γεμάτη με ροφούς και άλλα εκλεκτά ψάρια.
Άλλες φορές πηγαίναμε στο πανηγύρι στο Νυδρί, ποδαράτο ή με το αυτοκίνητο να χαζέψουμε. Εκεί ανακάλυψε ένας Αυστριακός που είχε πιάσει φιλίες με τους γονείς μου, τον Σπύριντον, έναν τύπο σε ένα καφενείο στο λιμάνι, όπου σερβίριζε νόστιμο παγωτό μαζί με φράουλα σταφύλι γλυκό του κουταλιού. Η μητέρα μου απ' την άλλη είχε ανακαλύψει τα τυροκούλουρα της κας Σταματίνας (ή κάπως έτσι ήταν τ' όνομα της), σε ένα παράδρομο του κεντρικού δρόμου.
Βολτάροντας στο Περιγιάλι, έξω από τα ενοικιαζόμενα και τα κάμπινγκ, πρωτάκουσα θυμάμαι τους Dire Straits να τραγουδούν το Sultans of Swing και μου άρεσε τόσο ώστε μου έμεινε το τραγούδι και το έψαξα όταν γύρισα στην Αθήνα.
Όταν ερχόταν η ώρα, κατεβαίναμε στη Χώρα να δούμε τις Γιορτές Λόγου και Τέχνης, να φάμε γλυκό απ' του μπάρμπα-Αντρέα, να επισκεφθούμε το μπάρμπα-Γιάννη και τη θειά Κούλα.
![]() |
Λευκάδα, θύρα εκκλησίας |
Ατένιζα με συγκίνηση τη Γύρα από τη Φανερωμένη, κοίταζα με ενδιαφέρον - για την εφηβική μου ηλικία- τις αγιογραφίες του Προσαλέντη, έβλεπα το μεγαλείο στην ποίηση του Βαλαωρίτη , εξυμνούσα τη ζωή του Σικελιανού και κατάλαβα ότι ήμουν λευκαδίτισσα, ότι αυτή η επτανήσια νοοτροπία, πες την τρέλα, μου πήγαινε, ήταν μέσα μου. Επιτέλους είχα μια πατρίδα δική μου, διαφορετική από εκείνη των φίλων μου της εφηβικής παρέας, διαφορετική από εκείνη των γειτόνων, των συμμαθητών. Ένοιωσα ότι είχα πλέον μία ταυτότητα. Την οποία, βεβαίως, έπρεπε να υπηρετήσω.
Κατ' αρχάς, έπρεπε να ξεκαθαρίσει η σύγχυση που επικρατούσε στην εν Αθήναις οικογένεια σχετικά με την καταγωγή μας. Διότι ο πατέρας μου και η αδελφή του, μεγαλωμένοι στην Πρέβεζα, διέδιδαν ότι ήταν από εκεί και όχι από τη Λευκάδα. Και η άλλη μισή εν Αθήναις οικογένεια (του αδελφού του παππού μου ), έλεγαν ότι είναι από τη Λευκάδα. Όχι, η σύγχυση έπρεπε να ξεκαθαρίσει,. Μέχρι σήμερα είμαι ταγός στην προσπάθεια αυτή. Η Λευκάδα είναι η πατρίδα της οικογένειας μας, από εκεί ερχόμαστε, το αίμα μας είναι λευκαδίτικο, η σκέψη μας και το ταμπεραμέντο μας είναι σαφώς επτανήσια. Τι αν δεν πέρασα παιδικά χρόνια στη Λευκάδα, τα παιδικά και εφηβικά μου καλοκαίρια είναι γεμάτα από τις αναμνήσεις της και γεμίζουν την ψυχή μου.
Καλό σαββατοκύριακο.